Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

ΣΩΜΑ ΜΕ ΣΩΜΑ

                                                               

Κάθε γειτονιά έχει τα στέκια της. Κάθε γενιά τις επιλογές της. Κάθε εποχή τη μόδα της και κάθε άνθρωπος τις δικές του ευκαιρίες για να ξοδέψει τη νιότη του.
Αυτές τις τελευταίες ημέρες, που οι γείτονες μας, οι Τούρκοι, αναζητάνε με σχέδιο, πείσμα και ξεδιαντροπιά, την όποια ευκαιρία για ένα νέο θερμό επεισόδιο θυμήθηκα ένα περιστατικό, που ελπίζω να φέρει ένα χαμόγελο στα παγωμένα πρόσωπά μας.
Το καλοκαίρι του 1975, έχω τελειώσει το δεύτερο έτος της Νομικής. Τα απογεύματα η παρέα μας έδινε ραντεβού για καφέ στην "Παραγωγή". Για όσους δεν την πρόλαβαν, θυμίζω, πως ήταν μία καφετέρια - καφενείο πίσω από την εκκλησία της Ευαγγελίστριας στο Περιστέρι. Εκεί , χωρίς τηλέφωνα και χωρίς κινητά η παρέα μαζευόταν αυτόκλητη τα απογεύματα για να συνεχίσει τις πολιτικές αντιπαραθέσεις της προηγούμενης ημέρας και να σχεδιάσει τις δράσεις της επόμενης...
Οταν λέμε παρέα μη φανταστείτε μία μόνον παρέα.Ο καθένας είχε τη μικρή επιλεγμένη παρέα του. Ομως στο τέλος του απογεύματος η δική σου παρέα, με του διπλανού και του παραδιπλανού γινότανε μία μεγάλη παρέα , που έσφυζε από ζωή και όρεξη για δημιουργία.
Ανάμεσα στους φίλους της Παραγωγής ξεχωριστή θέση κρατούσε ο Γιάννης ο ΒΟΥ. Φοιτητής με μαύρα μακριά μαλλιά, σπινθηροβόλο βλέμμα , φωνή επιβλητική και τελείως κυκλοθυμικό χαρακτήρα. Εμοιαζε πάντα να μοιράζει τη μέρα του σε διαστήματα απόλυτης ηρεμίας και εκρηκτικής συμπεριφοράς.
Εκείνο τα καλοκαίρι είχαμε πάλι φασαρίες με τους Τούρκους. Η πληγή της Κύπρου βαθιά στον κόρφο μας και μας πονούσε. Οι συζητήσεις κάθε απόγευμα έβαζαν φωτιά. Θα γίνει πόλεμος με την Τουρκία; Θα γίνει πάλι επιστράτευση; Τι πρέπει να κάνουμε και τι δεν πρέπει;
Πάνω που έπινα έναν καφέ και σκεφτόμουν πως ο τοίχος της εκκλησίας ήθελε βάψιμο σε άλλο χρώμα, έκανε μεγαλειώδη είσοδο το Γιάννης ο ΒΟΥ.
Είναι γεγονός ότι σπάνια ήθελε να περνάει απαρατήρητος. Δεν θα μπορούσε δηλαδή ακόμη και αν το ήθελε, γιατί κάθε ίνα του κορμιού του έστελνε χείμαρρους ορμητικούς και σε έφτανε, όπου κι αν καθόσουν.
Πλησίασε οργισμένος φανερά και σκαρφαλώνοντας σε μία καρέκλα βροντοφώναξε:
-Αδέλφια μου, Περιστεριώτες. Οι ώρες ,που ζούμε είναι κρίσιμες. Οι Τούρκοι μας προκαλούν πάλι .Δεν φτάνει ,που βάλανε πόδι στην Κύπρο μας, τώρα απειλούν να εξαπολύσουν τις ορδές τους ενάντια στη μητέρα Πατρίδα. Η Ελλάδα κινδυνεύει! Τα σπίτια μας, οι γυναίκες, τα παιδιά, τα ιερά και τα όσια των προγόνων μας κινδυνεύουν ξανά από βάρβαρους εχθρούς.
Ετοιμαστείτε για μάχη ΣΩΜΑ με ΣΩΜΑ. Μόλις οι εχθροί πατήσουν τα άγια χώματά των συνόρων μας θα πέσουμε μέχρι ενός για την ελευθερία μας.
Ολοι τον άκουγαν εκστατικοί και αποσβολωμένοι. Στο τέλος ξέσπασαν σε χειροκροτήματα, επαίνους , τον σήκωσαν στα χέρια και σαν ήρωα τον περιέφεραν γύρω από την Παραγωγή.
Υστερα κάθησε και παρήγγειλε ήσυχα τον καφέ του.
Δειλά -δειλά τον ρώτησα:
-Οταν είπες, πως θα δώσουμε μάχη σώμα με σώμα, όταν ο εχθρός πατήσει τα τιμημένα σύνορα της πατρίδας, τι ακριβώς εννοούσες;
Εκείνος μειδίασε και με πονηρό βλέμμα απάντησε:
-Οταν οι άπιστοι διαβούν τον Κηφισό και προσπαθήσουν να πάρουν τα σύνορά μας, την Κουνέα δηλαδή, θα δεις τι έχει να γίνει.
Η ταν ή επί τας!!!
ΒΙΒΗ ΓΕΩΡΓΑΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου